«Δεν μπορώ να βρω ησυχία

που την ψυχή μου κτήμα έχει!

Δεν μπορώ στην ηρεμία!!

Διαρκώς να προχωράω πρέπει!!!»

Karl Marx....

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Είσαι μακριά…





(Βαδίζοντας στο σπίτι του Pablo Neruda...)



Είσαι μακριά…

Στο γωνιακό σπίτι συναντιούνται τα πέλαγα
Τα γραφτά σου γεμάτα με την αρμύρα τους
Στους τοίχους φιγούρες που λικνίζονται
πάνω σε πολύχρωμες μπαρέτες
Στην τρίπατη γέφυρα συναντιέμαι με τις λέξεις σου
Στη στενή σκάλα με τους υδρατμούς της έξαψης σου
Τα όνειρα σε παράλληλα επίπεδα φεγγίζουν το ξημέρωμα
Γύρω από το κρεβάτι σου γυμνές σκιές
ποτίζουν μ’ άγιο μύρο τα σεντόνια με τη λεπτή μνήμη 

Με άδεια χέρια συναντώ τον ορίζοντα

Στη VIna Del Mare τα καράβια εξακολουθούν
να φορτώνουν χιλιάνικο κρασί και παραμύθια…

……………………………………..
Είσαι μακριά…


Την νύχτα καθώς αποχαιρετώ
Την στέλνω να κατακλύσει τα όνειρα σου
Τόσο μακριά
Τόσο  παιδιάστικα κοντά

Τα μάτια σου θυμάμαι
Το λευκό τους φορτωμένο άγκυρες
Το καστανό τους γεμάτο χώμα κι αλάτι
Και τις φωνές σου φιμωμένες
καθώς θρυμμάτιζαν την πρέπουσα εικόνα σου
Τ’ απαγορευμένα λόγια πνιχτά κι ακατάληπτα
καθώς εξαργύρωναν χρόνων σιωπές και την ίδια στιγμή
ασφάλιζαν άλλα γραμμάτια επ’ ονόματι σου

μακάρια ησυχία τώρα στον κύκλο σου
κι ερωτηματικά αφήνεις αναπάντητα
συνυπάρχεις με όλες τις αρνήσεις σου
κι αφήνεις το είδωλο σου σε ξένους καθρέφτες

με βήματα μοναχικά ανοίγω δρόμο
μακάρια ησυχία κουρνιάζει στα κεραμίδια μου
στεντόρεια απουσία στη γειτονιά μου
ζω με την αλήθεια 
ζωσμένος τις Αρνήσεις σταυρωτά
κι όλους τους καθρέφτες μου σταματημένους
σα χαλασμένα ρολόγια

τώρα και για πάντα


κοιτάζω από το παράθυρο μου…
μια ήσυχη θάλασσα με συντροφεύει
μια άηχη μοναξιά με ξεσηκώνει
χαμογελώ μ’ ανυπομονησία
Αγία Κλίση με ξεγελά

Θέλω τα ψηλά κυπαρίσσια να κυρτώσουν το χρόνο
Και τα πρόστυχα όνειρα να καμπυλώσουν το φως
Θέλω οι αποστάσεις διπλές κι αυτές να αιχμαλωτιστούν
Κι απλώνοντας τα χέρια ν’ αγγίζουν τα φορτωμένα χείλη

Σ’ ένα γιγάντιο εκκρεμές να ταλαντώνομαι
Και μ’ ένα κλειδί να σου ανοίγω δρόμο
τώρα και πάντα


Έχεις ανεπίστρεπτα παρασυρθεί

Τώρα διαστέλλονται οι κόρες απ’ τα μάτια σου,
λευκοί γίγαντες που ανθίζουν
Οι άγριες φλέβες του αχόρταγες, σε μαγνητίζουν
κόκκινοι γίγαντες που σβήνουν
Θυμούνται, με το χτες δε συμβιβάζονται
δε συγχωρούν

Κι είναι κρίμα γιατί κανείς μας ως εδώ,
δεν είχε προλάβει(;)
Κι εσύ τώρα φεύγεις
κι εγώ τώρα εισέρχομαι

κι όμως είμαστε εδώ
ένα ζευγάρι όνειρα
ένα μάτσο αντίθετα πρέπει

είμαστε ζωντανοί
μέσα στα χαμένα όνειρα των άλλων


είμαστε Υπαρκτοί
μέσα στην ακίνητη ανυπαρξία τους

Ακούραστα βαδίζω μόνος

Το φως της Άνοιξης σας… περιπλέκεται
με το σκοτάδι της ανυπέρβλητης ανυπαρξίας μου
και τα πρέπει σας,  χάρτινα διαλύονται
τώρα και πάντα

στα τέσσερα σημεία της παλέτας μου
αιχμάλωτο το κορμί σου σφαδάζει
τα χείλη σου μαγκωμένα από το χτες σιωπούν
το μυαλό σου φοβάται να προσαρμοστεί
κουβαλάει όλα τα θλιμμένα πρόσωπα των πρέπει
όμως, 
αδύναμες, υποκλίνονται όλες οι αισθήσεις
κι ανήμπορες υποτάσσονται

Θα ζήσεις Γυναίκα
Μ’ αυτήν την αλήθεια

σιδερένια φτερά σε κρατούν ώρες μακριά
για πόσο ακόμα;
σιδερένια τείχη αιώνες μπροστά και πίσω
σε εμποδίζουν
με ποιο τίμημα;
ρεβάνς ζητούν
κι ο χρόνος σύμμαχος

κι απ’ την άλλη μόνο εγώ
μόνο εδώ
μόνο τώρα
με το χρόνο κόντρα

κι όμως είμαι εδώ χωρίς κανέναν λόγο
χωρίς καμία ελπίδα
χωρίς ούτε ένα δικό μου Αύριο
μόνο με μια περόνη τραβηγμένη…
Τριγυρνώ χαρούμενος σε ξένες πόλεις

Ατενίζω το πέλαγο και μπορώ αντίθετα να βαδίζω

να ζω και να τρυγώ
να μοιράζομαι  και να τραγουδώ
αλήτης πάντα στον καιρό
να αφήνω σημάδια ανεξίτηλα
λέξεις φωτιά κι επικίνδυνα φιλιά

Σχεδιάζω ξύλινες σκάλες μ’ απίθανες λεπτομέρειες
ετοιμάζω καινούργια γέννα
με σπέρμα άγριο κι ανυπότακτο_

το φως που θα γεννηθεί,
στους αιώνες θα ξορκίζει τη φθορά
μέσα από την καινούργια γύρη
θα νικά και θα καρφώνει ψηλά
παντιέρα Αριστερή κι Αγία
την Απόλαυση και την Καθημερινή Χαρά….


και το Αύριο;
Αυτό που με τόσο κόπο ονειρεύτηκες
Είναι αντιμέτωπο τώρα
Με την Απόλαυση
Είναι εκτεθειμένο τώρα στην Έξαψη

Είναι ηττημένο τώρα απ’ την Ανάγκη

Και δε φτάνει η λήθη
Δεν αρκεί η φυγή
Δεν μπορεί τη σιωπή


μπροστά σε όλους
με αυθάδεια κι όνειρο
ξεχειλίζουμε το ποτήρι
τεντώνουμε αυτιά και σεντόνια
μεθάμε ξύπνιοι
μ’ όλες τις αισθήσεις ανθισμένες

Αναζητούμε Παράγουσα του Χρόνου
Αμείλικτος αρνείται
Υπολογίζουμε Παράγωγο του Πόθου
Ασταμάτητος ηγείται

Επιβεβαιώνουμε την Αρχή της Καλής Διάταξης
Supremum η απόλαυση
τ’ άλλα άνω φράγματα παραμερίζονται

Παραγωγίζουμε την τάση
χωρίς διαστάσεις πάλλεται
Ανιχνεύουμε τα όρια
νέες απροσδιόριστες μορφές
υποτάσσονται στη βεβαιότητα ύπαρξης

Επαναδιατυπώνουμε τα Θεωρήματα
Λόγια και προτάσεις αποκτούν νέες διαστάσεις
Ολοκληρώνουμε το Χώρο
επικαμπύλια αναζητώντας ισοδύναμα


μια μαγική αλλαγή μεταβλητής
στης θύελλας την ακούραστη τη Μηχανή
 

Κερνάμε καλοκαίρια στο διάβα μας
με διαμερίσεις κοινωνούμε τη Χαρά….
Οι πολικές μας συντεταγμένες άγνωστες
Απρόβλεπτες οι Αστροφεγγιές της Άνοιξης
Οι έγνοιες τους μας συντροφεύουν

Όλοι οι πεινασμένοι περιμένουν
θεσπέσιο καρπό απ’ τα ασύμβατα σύμπαντα
Όλοι να γευτούν μαύρο κρασί
Με τη στυφή μελωδία της παλαιότητας
Ψωμί με αλάτι απ τα μάτια μας
Βάλσαμο πάνω στις πληγές τους

κουρδίζουμε τα ρολόγια μας
συγχρονίζουμε τα βήματα μας

τώρα είναι η ώρα!
…………………………………………………







1 σχόλιο:


  1. Είσαι μακριά...
    Τα πέλαγα θα συναντηθούν μόνο στην ψηλότερη κορυφή,
    όταν θα πνίξουν τον κόσμο.

    Στο Mariel τα καράβια εξακολουθούν
    να φορτώνουν κουβανέζικο λευκό ρούμι και ψέματα…


    Είσαι μακριά...
    Τα μάτια σου τα ξέχασα.
    Το κρυμμένο τους μόνο δικό μου πράσινο.
    Το αναζήτησα μάταια από το Clogherhead ως το Dingle.


    Δεν καθρεφτίζομαι.
    Με συναντάς μόνο σε παλιούς καθρέφτες που πέρασα κάποτε από μπροστά τους.
    Ένας στην μέση της Ιπποκράτους και ακόμα ένας στην στοά της Σταδίου περιέχουν κάποιες στιγμές μου.
    Στην βιτρίνα με τα λουλούδια της Ομήρου πρέπει να με ψάξεις καλά.
    Το είδωλο του παρελθόντος μου.


    Ξεθωριασμένα ρολόγια.
    Μόνο με την αφή διαβάζεις πια τα λόγια τους.

    Μα ο τίτλος στο εξώφυλλο του δίσκου σου είναι πιο ευδιάκριτος από ποτέ.
    ‘She Was Too Good To Me’… προφητικά διαλεγμένος.


    Κοιτάζω κάτω από το τεντωμένο σχοινί. Μια μανιασμένη θάλασσα με καλεί.

    Αλλά έχω ανεπίστρεπτα παρασυρθεί,
    και όταν θέλω λίγο μπλε στρέφομαι πάντα στις φλέβες κάτω από τον αριστερό μου ώμο.
    Έτοιμες να σκίσουν το δέρμα μου και να με συνθλίψουν.
    Δεν θα με συγχωρήσουν ποτέ.

    'κι όμως είμαστε εδώ
    ένα ζευγάρι όνειρα
    ένα μάτσο αντίθετα πρέπει

    είμαστε ζωντανοί
    μέσα στα χαμένα όνειρα των άλλων

    είμαστε Υπαρκτοί
    μέσα στην ακίνητη ανυπαρξία τους

    Ακούραστα βαδίζω μόνος'

    Σκυφτός,
    'Μόνο με μία περόνη τραβηγμένη'

    ΑπάντησηΔιαγραφή

«…τρόχισε εκείνα τα σπαθιά του λόγου που μ’ αρέσουν,…»