«Δεν μπορώ να βρω ησυχία

που την ψυχή μου κτήμα έχει!

Δεν μπορώ στην ηρεμία!!

Διαρκώς να προχωράω πρέπει!!!»

Karl Marx....

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

λευκό αίμα(*)



(*)διαβάζοντας το  ποίημα«οι επιδεινώσεις του ορατού», του Νίκου Καρούζου  («πενθήματα»_ 1969)


Όσο κρατάει μια στιγμή κρατάει κι η αιωνιότητα
Ώρα να σκεφτώ τα περασμένα σωριασμένα εμβρόντητα στο σήμερα
Η λάμψη καίει τις κόρες καθώς σχίζει στα δύο την ουράνια ισορροπία
Κι η ακινησία αιχμαλωτίζεται στη διαίρεση της παραβολικής τροχιάς σε μικρά ευθύγραμμα θαύματα
Στα βήματα της κολώνας που πλησιάζει
Καθώς το σώμα τρυπώνει στη σκιά του
Κι η σταθερότητα των τετριμμένων φιλοφρονήσεων
Στα ονόματα του καθημερινού προσκλητηρίου  

Στην καμπύλωση της απόστασης που υπερέχει
Καθώς η διαρκής αναμονή ολότελα σπαταλάει το χρόνο
Στην επιμονή της αλήθειας που αρνείται
Καθώς η απρόσμενη αναβολή επικίνδυνα διαστέλλει το χώρο

Κι η σιωπή όμορφη αναλογική και δίκαιη επιβάλλεται στα ψηφιακά σύμπαντα και στα δυαδικά καθήκοντα

Ακουμπώντας την απουσία πάνω στο στρωμένο τραπέζι
Κι η άδεια καρέκλα απέναντι να τρίζει από το βάρος των ακλόνητων συμβολαίων που καταβροχθίζουν τα εδέσματα

Κι η μαχαιριά στιγμή καρφώνεται στο διάστημα σαν αχαρτογράφητος πλανήτης περισσότερο απ’ το αιώνιο κι αμετάκλητο αποτέλεσμα της

η αέναη δυνατότητα των λουλουδιών να μπολιάζουν νέο μέλι
Καθώς μακραίνει ο βόμβος απ’ το χαμένο σμάρι

η ανυπέρβλητη γοητεία των δακρύων να χαρίζουν διαύγεια
Καθώς τα μάτια θαμπώνουν στην απώλεια

η συνωμοτική συμφωνία των κορυφών να μαγνητίζουν τα βλέμματα αποσιωπώντας την επερχόμενη πτώση
Καθώς τα ποιήματα απελευθερώνουν το έρμα

Κι η απίστευτη ασυνέχεια της φύσης που κεντάει με χάρη όλες μαζί τις Αρνήσεις
Καθώς η Ζωή επιμένει
κι οι μουσικές απ’ τις απίθανες γέφυρες στρώνουν τον κόκκινο καμβά


Συνηθισμένο πράγμα η Έλλειψη προβάλλεται Γυμνή κι Αγία, 
δεμένη με σκουριασμένες άγκυρες και περιστοιχισμένη από  αμίλητους βάλτους

Όλος ο πλούτος σε μια στιγμή σταμπαρισμένος στο στήθος μου
Κι όλες οι Αιτίες σε μια ζωή εμβαπτισμένες στο γάλα Της

Για αυτό πότε δεν αρνήθηκα την περιπλάνηση
Και ταξιδεύω σίγουρος
χαιρετώντας δεξιά κι αριστερά τους ξεχασμένους χιτώνες και τα ιερατεία τους

Όλη η ζωή σε μια ζαριά
Για αυτό  ποτέ μου δεν παζάρεψα την απογείωση
και τρυγώ με εφηβικό άλγος και φειδώ,
ταΐζοντας τ’ αδιαπέραστα τοιχώματα με αίμα μοχθηρό του Πάνα

Όλη η αλήθεια σ’ ένα ξεχασμένο απόγευμα
Για αυτό  ποτέ μου δε σιγούρεψα τη Δύση
και πέφτω ηττημένος, βέβαιος για το μένος
χαρίζοντας στοιχειά και ξόανα  στ’ αδέσποτα μάτια των φτωχικών παμφάγων

Ακολουθεί ο ιστορικός
με τα μελάνια όλων των ειδών σε συσκευασία ερμαφρόδιτων δακρύων
και τα χλωμά παράσημα της δεξιάς στήλης, τακτοποιημένα
σε στοίβες άπλυτα και τεμαχισμένα ομοιόμορφα σαν κρεμμύδια

Απρόθυμος να συμβιβαστεί με τη μοναδικότητα του αιώνιου αναλογικού σήματος που ενεργοποιεί τη φωτιά στα χείλη κι οδηγεί κάθε φορά _ με την ίδια πάντα ακρίβεια_  στα όρια μιας σπαρακτικής περιδίνησης

Ανήμπορος να καταλάβει την εκκωφαντική κυριολεξία των μη εκτυπωμένων λέξεων που κραυγάζουν αλήθεια, χλευάζοντας τις σεμνότυφες οδηγίες ορθής περισυλλογής άχρηστων σπερματοζωαρίων 

Αδύναμος να εκτιμήσει τη δυναμική ενός ανθού νεραντζιάς κομμένου από ένα ανάπηρο χέρι 900 μίλια μακριά…..

Κι όμως…