«Δεν μπορώ να βρω ησυχία

που την ψυχή μου κτήμα έχει!

Δεν μπορώ στην ηρεμία!!

Διαρκώς να προχωράω πρέπει!!!»

Karl Marx....

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

Ημερομετρώντας το 2009



Ας Ξιφομαχώ μέχρι το τέλος ηττημένος







Ήταν Γενάρης




Ρέκβιεμ Για Μια Θύελλα Που Την Έλεγαν Μαρία



Μνήμη Μαρίας Δημητριάδη



Γράφω λαθραία

Κλέβοντας χρόνο

Απ’ αυτόν που βάζουν

Μέσα στον ορό

Σιγά να στάζει, να κρατιέμαι ζωντανός

Μόλις επιβιώνω,…

Ανασαίνω πτώματα

Ζω στο κενοτάφιο

Των αρχαϊκών μύθων

ένας ένας, αφήνει καταμεσής

Το όπλο και αναδύεται σαν εφιάλτης…

Μάταιη η επική στους αιώνες χάραξη

Άδοξη η σίγηση , άληκτης στεντόρειας κραυγής,…

Μάταια χτυπώ τα πλήκτρα

Ο ήχος δεν μεταδίδεται στο κενό

Μάταια μυρίζω τον αέρα

Την άγια τέφρα να ασπαστώ

Στης μέγιστης εντροπίας

σπονδή στον τελευταίο χορό

Επιμένω με σπασμένα δάχτυλα

χαϊδεύω το κενό

τον ακάλυπτο και ακατάληπτο

Θρήνο

ηττημένο και ανήμπορο,..

Δάκρυ με κερνούν

Κι απαξίωση

Τα χρόνια βαραίνουν αδυσώπητα

Κι η πληρωμή Ακριβή

Δικαίωση για μένα

Κι Άσπρη Πρέσα

Διαθήκη για αυτούς

Παράτες και μνημόνια

τα μνημόσυνα και τα βραβεία τ’ άφησα για επίλογο

Όμως τι βάρος να προσδώσουν οι τριγμοί

σε μια δόση στάχτης

21 μόλις γραμμαρίων;

Λήξη χωρίς επιστροφή,…


ΑΝΤΙΟ ΜΑΡΙΑ


ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΦΩΝΗ

ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΩΝ ΕΡΩΜΕΝΗ

ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ ΠΡΩΘΙΕΡΕΙΑ

ΤΩΝ ΚΑΤΑΤΡΕΓΜΕΝΩΝ ΠΑΡΘΕΝΑ ΜΑΡΙΑ

………………………………………………………………………………………………………………………….




Μόνο μια μικρή υποψία,….



Μικρή μακρινή εικόνα από το μέλλον….




Θα περάσουν τα χρόνια

Θα χαθούμε

Άσημη σκόνη θα σκορπίσουμε,....


Όταν

οι αμπελουργοί του μέλλοντος

Θα ψάχνουν τα βοτάνια

το κλήμα να μπολιάσουν,...


Και τους αγέρηδες

Θα εξευμενίζουν

Να δέσουνε καρπό

Για το κρασί της υπέρβασης

Και της αιώνιας νιότης


Τότε και πάντα


Στη φωνή της θα καταλήγουν

Θα μεθούν

Θα προσκυνούν

Και θα ζηλεύουν

τους θνητούς που άκουσαν

Ολοζώντανο το μύθο

Καθώς κραύγαζε


Ζωή


Επανάσταση


Έρωτα


Πάθος



7 Γενάρη 2009

.....................................................

.....................................................






Για τον Αλέξη



Κάθε εικόνα που φτάνει

τυφλώνει με την κόκκινη αλήθεια της

Κι όσο ψηλά μ’ απόγνωση κοιτάς

τόσο η «αλήθεια τους» σκοτώνει

Μ’ έναν θάνατο ακαριαίο

Άμεσα καταγεγραμμένο σε συνήθεις απώλειες

κι άθλια νούμερα σε λίστες

με μικρούς νεκρούς προφήτες

Η σφαίρα διαπέρασε το άλλοθι

πίσω του είχα κρυφτεί

κλείνοντας μ’ αποστροφή

τα μάτια

Κι όμως τα βλέπω όλα

μικρός κι ακίνδυνος

Με ασφάλεια προφυλαγμένος

Ένας ακόμα αθώος τρομαγμένος

Και βαρύτατα υπεύθυνος

Ένας Ένοχος,….



.....................................................




Πόσο βαραίνει μια παρουσία,..

Πως στέκεται ο χρόνος

Εκεί σταματημένος

Και τι λέει στην άσπρη πρέσα

Με τα μαρμάρινα παγωμένα λόγια;

Πέρα απ’ τη λήθη

Κουρνιάζεις μόνος πια

Κι η Μάνα κλαίει,…

Κρυώνεις;

Μακριά από πλήθη

Λιώνεις στη φωτιά της ακυρωμένης νιότης

Κι ο Πατέρας σφίγγει τη γροθιά σου,…

Μεγάλωσες;

Μια απουσία

Μια γλυκιά μορφή

Κι ένα γιατί

Όλα τα άλλα

Μνήμη κοινή

κενή

κουφάρι μάταιο

ακατάληπτο μοιρολόι

τα φθαρτά «τότε» δικά μας

Ο θάνατος είναι ο μόνος που έχει το «πάντα»

Δικό του


.............................................................................

............................................................................








Ανατολή


στην άκρη στέκεται ο καιρός

αγναντεύει

αρνείται Ανατολή

κόκκινη, γυμνή

καθώς το μεσοφόρι ρίχνει

τα μάτια κρύβει,

πίσω σε καπνισμένο τζάμι

εκπτώσεις ήττες

κλεφτά στον αμφιβληστροειδή χαράζει

την άγρια έξαψη

σα να ήταν πρώτη





Έρημη χώρα



Στην έρημη χώρα (που λες ότι ζεις)

Νερό προσμονή που ποθείς ,δε χωρά

Έξω στην μπόρα,

Μπορεί στην αντάρα να βρείς

Αυτό που η ψυχή σου ζητά




Νεράιδα



Η μουσική

Αχ η μουσική

Ντύσου με αυτές τις νότες

Έστω και για δέκα νύχτες

Και την ουλή άφησε την ανοιχτή

Να αιμορραγεί

Κι η φλέβα κόκκινη σε παροξυσμό

Με την ανήμερη μορφή σου

σε συντονισμό



η φλέβα του λαιμού



Είναι σημάδι η φλέβα

Και σημαδιακή

Όταν από πόθο πάλλεται

Όταν από ερώτα ξεχειλίζει

Και δονείται

Όταν από θυμό φορτίζεται

Και ξεσπά,…

Και ποιος μπορεί απόψε και κοιμάται

Με χίλιες δύο αιτίες που σε κρατούν ξάγρυπνο;

Παράφορο και λογική

Ατελέσφορο και επίπεδη σκέψη

Ξυστά στην υπέρβαση περνάς

Γλιτώνεις στο τσακ και ξανά «ντριφτάρεις» στο κενό

Με παρανοϊκό ορό να θρέφει τις άπληστες εικόνες του μυαλού




Κρεμασμένος στα γιαπιά να τραγουδώ



-Μη λυπηθείς, λοιπόν, για τίποτα,
για τίποτα απ’ όλα αυτά
που ζήσαμε και που κάναμε.
Μη χαρείς για τίποτα,
για τίποτα απ' όλα αυτά,
που ζήσαμε,
που χτίσαμε.
Κράτα, κράτα.
Εμείς έχουμε μέλλον.
Μη βιαστείς για τίποτα.
Ούτε για το χαμόγελο,
ούτε για το κλάμα.
Εμείς έχουμε δρόμο ακόμα.
Βασίλης
24 Οχτώβρη 83,…

όμορφο, συγκινητικό και τόσο μακρινό πέρασαν κιόλας 25 χρόνια,…


και να φανταστείς ότι τότε ήμουν σκληροπυρηνικός «οικοδόμος»
μονολιθικά γελαστός και γελασμένος
κι ήμουν τόσο αδιαπραγμάτευτα «μεγάλος»
παντογνώστης και θεωρητικός (τρομάρα μου)
κι ούτε είκοσι χρονών αυθάδεια στις άδειες τσέπες μου


είναι πολλά τα χρόνια
αιώνες πέρασαν από πάνω μας
κι η καθημερινή ρουτίνα στυγνή κι αδυσώπητη,…
η μετριότητα αμείλικτη
να ζητά γη και ύδωρ,…

κι όμως λέω
δεν τα κατάφερε
δεν έγινε το χατίρι στη μιζέρια
και στην αιώνια «κανονικοποίηση»

είμαι εδώ. Απέναντι
μικρός κι αδέξιος πυρπολητής
αλήτης πάντα στον καιρό
όπως και τότε

λίγο χειρότερος, λίγο σοφότερος
υποταγμένος, μικροαστός
πολίτης υπεράνω πάσης υποψίας
με τέτοιο σιδερικό κάτω από την καμπαρντίνα

κρυμμένο στην καθημερινή ρουτίνα
που τρελαίνει τους ανιχνευτές μετάλλων,

πολύ μεγαλύτερος
κι απόλυτα υποψιασμένος,…

προεξοχή αιχμηρή
λεπίδι κοφτερό

μ’ αίμα δηλητηριασμένο
μ’ εκείνο το κόκκινο βοτάνι
που σαν καώ μονάχα,

δυναμικά θα το επιστρέψω πίσω
στη Μάνα Γη

που άπληστα μου το τάισε
μαζί με το γάλα της Μαρίας μου

είμαστε ακόμα εδώ, λοιπόν

οι προφήτες μας ξέχασαν
τα ναρκωτικά «πρέπει»,
που κέρασαν,…
δεν μπόρεσαν,… ξεθύμαναν
γέρασαν, προσμένοντας ανακωχή
νούλα και προαγωγή
και εγώ απέναντι (μόνος;…ποιος ξέρει;)
τελεσίδικα Μόνος

ακόμα ουρλιάζω

Ρεβάνς!!!
Με χέρι τρεμάμενο από Αγάπη και Σταθερό από Μίσος !!!
Παρά τις νουθετήσεις
Τις αρνήσεις και τις υποθήκες
Λέω να μη μεγαλώσω

Εκεί
Κρεμασμένος στα γιαπιά να τραγουδώ
Χωρίς θεό
Χωρίς ελπίδα
Χωρίς προσμονή
Χωρίς δίχτυ για διαφυγή,….


Σβήνει μια χρονιά ακόμα,…



βαθιά στο πηγάδι



βαθιά στο πηγάδι

δεν αναμένεις ούτε φως

ούτε παραμύθι,…

…………………………………………………

χρυσό φίμωτρο φορώ

πλάτη γερμένη

με φιλικά χτυπήματα

με καθημερινά μαστιγώματα

πλάνη κεντημένη

με ασύλληπτες ανατροπές

κορμί υποθηκευμένο σε δύο

χαραγμένο οριζόντια και κάθετα

ομωνύμων ένωση μάταιη απόπειρα

λογχίζοντας στα ρημαγμένα πλευρά

του έκπτωτου καιρού

πάντα

τα πιο όμορφα λόγια

γράφονται

κλέβοντας

βήματα από το χορό των δαιμόνων

χρώματα από το αίμα των χαραγμένων καρπών

Βαδίζω αμέριμνα στον απύθμενο βυθό μου

Φτύνω το δανεικό αίμα

Ντύνω με ψεύτικα ξεφτισμένα κρόσσια

Τη φτηνή μου χορδή

Δεν πάλλεται όμως

Δεν κουρδίζεται

Δεν αναπαράγει

Μόνο το μαύρο δεν με αποχωρίζεται

Αυτό απορροφά το φως, το δανεικό

Και ψεύτικά αντανακλά το υποκατάστατο

Θαμπό

Μ’ αυτό θρέφω τα πεινασμένα ακροδάχτυλα

Τα κοιμίζω

Τα ξεγελώ

Τα ενταφιάζω με άκαιρες παραπομπές

Και δεδηλωμένες αρνήσεις

Στη θάλασσα καίγομαι

Στο νερό πεθαίνω από ανυπαρξία

Στο όμορφο ριγέ κέλυφος κείτομαι

Αιχμάλωτος μέσα στη φυλακή

Σβήνω σιγά-σιγά

Όλα τα γράμματα αποποιούμαι

Πρώτα τα απαλά βογκητά φωνήεντα

Το α, το ω, το ε, τα έχασα,…

Κι ύστερα τα βαριά σύμφωνα,…

Τα φορτώνομαι και ένα ένα τα πετώ

Στη χαράδρα των ανέραστων φράσεων

Των μισοτελειωμένων ανατολών

Χωρίς οίκτο,…

Κι η μελάνη μου σιγά-σιγά

Αποχρωματίζεται,

Ξανθή γίνεται σχεδόν λευκή

Γράφω τα σακατεμένα στιχάκια μου

Κι ολοένα λιγότερο διακρίνονται,…

Και ποτέ στο φως

Στο απόλυτο σκοτάδι, ίσως,…και…

Μόνο ο ήχος τους

Αργόσυρτος κι οξύς τρυπάει το ξύλο

Και καρφώνεται στο αφιονισμένο κρανίο

Χαράζοντας του την καταδίκη

και την τιμωρία μαζί

Άσημοι ήχοι

Άσημων παραθεμάτων

Άσημα που καίγονται κεράκια




Μάγια



Όμως στέγνωσα,…

Δεν έχω μάγια, απόψε

Δεν έχω μαγικά κλειδιά

Δεν έχω όνειρα

Μόνο σκουριασμένα μέλη

Και μια ψυχή

σ’ αναπηρικό καρότσι

Να περιφέρεται,..

Γυρνά τις ρόδες ο καιρός

Και τρίζοντας μετρώ τις μέρες

Στάρι, φτηνό κρασί, ψαλίδι

θρέφει το στόμα , το σώμα, τα χέρια

Για τα χαμένα και τα ματαιωμένα

Τάζει και χαρίζει

παίζει και θερίζει

Σήμερα δεν έχω λόγια

Με άφησαν,…

Κι ο αέρας δε φτάνει,…

Να ανασάνω

τη ζωντανή αναπνοή σου,…

φίλτρα τον έφραξαν μακριά

Και μαύρο κατράμι βλέμμα

Κλεισμένο σε φτηνή προθήκη

Τυφλό Διαχέεται,…

Βαλσαμωμένος στη γη των ταπεινών,…

Δεν μπορώ

Να δω πως ανεβαίνεις ψηλά

Τόσο ψηλά

Τόσο όμορφα,…

Κι ούτε ένα μαγικό βοτάνι

Να πιω

Κι ούτε μια προσευχή

Να ξεχαστώ

Ένα τραγούδι

Να ψελλίσω,…

Μια ευχή να καταραστώ

Η στάχτη έχει καλύψει

Την αφή

Κι η αντιβιοτική λύση

Κάθε οχτάωρο

Τα ίχνη έχει εξαφανίσει

Κι η Νύχτα

Μ’ έχει από παντού κυκλώσει

σύρματα όμορφα ηλεκτροφόρα

κι η σιωπή

Μ’ έχει έξυπνα φιμώσει

Ασύρματα παράσιτα θανατηφόρα

………………………………………………………..

που νάναι αυτή η χώρα που πάντα ξημερώνει

πως τα κατάφεραν κι έκρυψαν την ώρα

Φύσα

Φύσα Δυνατά





Ελληνικός


Με ένα φλιτζάνι

Ταξίδεψα

Στο βυθό σου πάλι

Στο εύπλαστο κατακάθι

Γλυκερό και επικίνδυνο

Περπάτησα ξυπόλητος

_Και βέβαια δεν ήσουν εκεί!

Ποιος μπορεί

Να σε χωρέσει; Και που;

Ποιος μπορεί έτσι εύκολα να σε πιει; Και πόσο;

Ποιος αντέχει να σε πνίξει; Και Με πόση αγκαλιά;

Και ποιος αποπειράται να διασύρει έμμετρα ή άμετρα

Την αφλογιστία του; _

Άφησα ίχνη

Δεν βρήκα λέπια

Ούτε φύκια

ήπια από την κούπα

_γεμάτη με την υποψία σου_

Μέχρι τελευταία σταγόνα

Γλυκό μαύρο καρπό

Ανηφόρησα το δρόμο

Τον άμετρο και ομιχλώδη

Αφουγκράστηκα τον ήχο

Και εφτά ζωές αρνήθηκα

Για μια και μόνη εξορία

Κι ότι θυμάμαι από

Πριν, είναι ο ήχος καθώς ανακάτευα με το άδειο κουτάλι

Το κυβάκι ζάχαρης που είχες αφήσει στο πιατελάκι

Και τον αχό από τους σεισμούς

Που έφεγγαν στο φως

Απ τη μορφή σου που αχνοφαινόταν

Ζωγραφισμένη πάνω στην κινέζικη πορσελάνη με

Ζεστό κατακόκκινο αίμα ,…




Μυστικά



Είναι όμορφα τα μυστικά

Δεν τους γυρνώ ποτέ την πλάτη

Ξέρουν μόνο με μια φευγαλέα ματιά

Να φυσούν αγάπη ή απάτη

Κρέμονται στο πίσω μέρος

Του μυαλού

Αθώα εμφανίζονται σαν μοιραία αυταπάτη

Κι η μαγεία τους είναι η απελπισία τους

Κρύβονται πίσω από τις λέξεις

Τους κώδικες καλούν

Τις άγνωστες λέξεις προκαλούν

Και τα εμπρός στο προσκήνιο χλευάζουν

Είναι τροφή τα μυστικά

Για σιωπηλά περάσματα και μικρά θαύματα

Για παραμύθια και ιστορίες αλλόκοτες

Κι η νύχτα εχέμυθη ή πανούργα;

Μόνο εφιάλτες με κερνά

σβησμένα αστέρια

Δεν έχει μυστικά

Δεν έχει πάθος

Μόνο προκατασκευασμένες «εμπιστοσύνες» ,…




Φόρτιση



Με της αγχόνης τον επιθανάτιο

εναγκαλισμό

Ισόβιο κι αμετακίνητο,

Πορεύομαι,…

Εμπόρευμα φτηνό, έτοιμη λεία

Σε δικαστήριο στημένο

η Ανατροπή έγινε κατεστημένο

η Ανάταση έγινε προσαρμογή

η Θύελλα ετράπη σε φυγή

η Έξαψη δεν απέμεινε,…ούτε τεχνητή

η Αλήθεια κατάντησε ντροπή

η Μοναδική Αυθάδεια

έγινε τώρα υποταγή

Υποκλίνομαι στο τίποτα

Υποκρίνομαι το όλο

Απεχθάνομαι το λιγοστό

Αποστρέφομαι το εφήμερο

Υπομένω άθλιο κατηχητικό

Ματώνω και κλαίω

Πενθώ και αποσύρομαι

Αρνούμαι σ’ αυτή τη μυθολογική να σύρομαι

Κι όλα γρήγορα αλλάζουν

Και κυλάνε βασανιστικά αργά

Πριν μπω σχολαστικά τα πόδια σκουπίζω,…

Στο μουσείο φυλάσσεται φρουρούμενη

Η επανάσταση που μάτωσε,

που πλήγωσε

Πληγώθηκε κι έπεσε αμαχητί

Η Επανάσταση

που σύρθηκε στη φυλακή

Ισόβια

Κι έμεινε μόνο η σιωπή

η ελπίδα ακυρώθηκε νωρίς

η καταιγίδα που θα σάρωνε

Τρόμαξε κι αυτή

Κι όλα στη νύχτα

Κι όλα ναυάγιο βαθύ

Και μια σιωπηλή κραυγή

για πάντα στο υπόγειο κλειστή

Μα η Αλήθεια πάντα προχωρεί

δίνει το στίγμα

Αντιστέκεται

Και δεν Υποχωρεί

Συνθηκολογεί με τον καιρό

και περιμένει,…

ως τότε σιωπή,…

Αγάπη κλεισμένη σε χαρτιά

και σιωπή γεμάτη ερωτηματικά,…

κι η Έξοδος χτισμένη ως πάνω με υαλότουβλο,…



ανοιχτή πληγή


Η πληγή είναι ανοικτή

Για όλους

Κι ο κόσμος «πιεστικός»

Κι η προσμονή ,…

είναι ακόμα μεγαλύτερη πληγή

Για το καράβι

Που θα’ ρθεί ή

Που θα βυθιστεί;

Για το λιμάνι που χάθηκε

ή μας καρτερεί;

Περισυλλέγουμε

Ναυάγια Σκέψεις

Ναυάγια σωσίβια

Ναυαγούς σε απόγνωση

Όντας κι οι ίδιοι ναυαγισμένοι,…




Ταμείο


λογαριασμοί ανεξόφλητοι

άριστες επιδόσεις

θυμού

_τίποτα δεν σου χρωστώ_

αναχωρήσεις καθυστερημένες

επιβεβλημένες παραδόσεις

καημού

_τίποτε δεν σου κρατώ_


αποχαιρετιστήρια επιστολή

ύστατη κραυγή

βιαστικά αντίο

και πάλι απ’ την αρχή,…


εκδόσεις, πιστώσεις, χρεώσεις

υπογραφές και βεβαιώσεις

τώρα πάντα και χτες


λογιστική κόστους σε ατελείς διαιρέσεις

και πάθος κονσέρβας,

ληγμένο,…

μαιευτική πάθους σε ευτελείς δόσεις

και λάθος πατέντας ,

κλεμμένο


γράμματα ανεπίδοτα

ύστερες σκέψεις

αγνοούμενοι παραλήπτες

εκθέσεις

ξαφνικές συσκέψεις

ενέσεις καφεΐνης

προσθέσεις

μπαγιάτικο σουφλέ

ξαναδουλεμένες θέσεις

διαμαρτυρόμενες συναλλαγματικές

αφαιρέσεις

κι επιταγές

χρεοκοπημένων συνθηκολογήσεων

_που μαζεύτηκαν τόσες,…


και μεθεόρτια

ρόδια,

αχινοί και νυχτολούλουδα



σε ράντζο ο στρατηγός, μονόκλ

και το σακίδιο για εκστρατείες,…

κορδωμένος με υφάκι, ο λοχαγός

ψεκάζει μασχάλες και μυαλά

με απωθητικό για ήττες,…

μάταια,…



κι όλοι οι κίνδυνοι από μέλι

κι όλοι «από χέρι καμένοι»

όλοι ταύροι βαρβάτοι, έξυπνα στειρωμένοι

βουλιάζει ακυβέρνητο το καραβάκι

γοργόνες, ταυρομάχοι τα βρήκαν μεταξύ τους

και τώρα πίνουν αγιασμό σε σιροπάκι

και τρέχουν στον εξομολογητή τους

νιώθοντας ντροπή για τη σαγήνη

και για την άτακτη φυγή ευθύνη


……………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………



Ανάπηρος και μακριά νυχτωμένος,…

Άυπνος και διαρκώς κοιμισμένος,…



για λίγες ακόμα ληγμένες μέρες

και μερικές υιοθετημένες ανισόρροπες νύχτες

ενέσεις αδρεναλίνης στην άρρωστη φλέβα χτυπώ,…

με χάπια υποκατάστατα θα υπάρχω

μου απαγόρευσαν τις live εκθέσεις

σε συγκινήσεις

και τις γοργόνες δεν τις πιστεύω πια,…

………………………………………………………




Ανέμη




φτάνει η ανέμη στο τέλος

αλλά από ποια μεριά μαζεύει;

Κι όταν οι άνθρωποι αλλάζουν

Πίσω απ’ την πόρτα

Μακριά σου , μόνοι,…

Και

Δεν συγκινούνται πια με τον πόνο σου ,

μόνο πονούν οι ίδιοι, ολοένα και περισσότερο

τους πονάς

και τους φοβάσαι , ολοένα και περισσότερο

έτσι που ψάχνουν μέσα στις τσέπες σου

για κανένα ξεροκόμματο όνειρο

που περίσσεψε από την αέναη μοιρασιά,…

γυρίζει η ανέμη και τίποτα δικό σου δεν αφήνει

και μόνο

τους αφήνεις ολοένα και περισσότερο χώρο,

να καταλαμβάνουν απ’ τη μικρούλα κάμαρα

που ’χεις φυλακίσει την ψυχή σου

μάταια,…

δε φτάνει

ποτέ δε φτάνει

γυρίζει η ανέμη και

δεν μπορείς να ακούς τα σκληρά τους τελεσίγραφα

όσο


Υποπτεύονται τη σπίθα,

Που τη φωτιά σου φούντωσε,…

Και στοχοποιούν τον άνεμο που φύσηξε

Ή τη βροχή που πότισε ;

Πως μπορώ;

να σταματήσω να ταξιδεύω αφού

μέσα στα καράβια γεννήθηκα,..

εκεί με έριξαν οι βοριάδες

εκεί με βρήκαν οι θύελλες,…

Πως μπορώ να σταματήσω να χτίζω;

Αφού στα γιαπιά με κρέμασαν

Στους στοιχειωμένους ουρανοξύστες με πέταξαν

πιτσιρικά ακόμα;

Πως;









Θα σου κρατώ το χέρι


Θα σου κρατώ το χέρι

Δεμένοι με σχοινί _θυμάσαι;

Ο ήλιος μόνο θα μετρά _ ψηλά

Θα περπατάμε αργά,…


Σταματημένος ο χρόνος _στα παλιά

Νέες ανοιχτές ημερομηνίες

Νέες αργόσυρτες αργίες

Και της αφής τα δέκατα _ Άπειρα και μικρά


Μάτια κατακόκκινα _απ’ του πολέμου τη βραδιά

Με Cassiliero κόκκινο το αίμα έξαψη κεντά


ξύπνα , Κόψε την άγκυρα

Κι εισχώρησε βαθιά


Στων αστεριών τη μάταιη πλάνη

Στων δεμένων μας χεριών την κάνη



Δάνειο μιας νύχτας,…Άργησε

κι απλήρωτο κράτα ως το πρωί

του νου πάτησε την σκανδάλη

να σφηνωθεί στον τοίχο της σιωπής

και νικώντας για μια φορά ακόμα ,…

πάλι να νικηθεί

...............................................................................







Μάτια




Πώς να μιλήσω για τα Μάτια;

Που χωρούν όλους τους ουρανούς μας;

Για τα Δάκρυα που το χτές σκεπάζουν

Τα βήματα που το σήμερα ακυρώνουν

Τα μεθυσμένα κύματα που το αύριο

πάνω στους βράχους αφρίζοντας λαξεύουν;

Ατίθασο το σύννεφο σε κανακεύει

Αγκαλιά σε φέρνει με το αστροπελέκι

Πετάς

Και στη ρωγμή επάνω στέκεσαι

Του Χρόνου και του Χώρου

Θαύμα υπερούσιο υπαρκτό και τρεμάμενο

Και είναι μεγάλη η πίστη

Και άπειρη η ακολουθία



Οι φωνές



Οι φωνές μακρινές

θέλουν Επιτακτικά να φτάσουν

Τις ανάσες βαθαίνουν

Τις συστολές που αναβλήθηκαν

μαθαίνουν

Να μην πονούν,…

Τις εξασκούν

μόνο να ανασταίνουν

Ναυάγια απεγνωσμένων

Και το κενό, όμορφα πληρώνουν

Με ρίγος έξαψης

άφωνης εμβρόντητης στιγμής

έσχατης και αδικαίωτης ευκαιρίας,…




συσσωρευτής



Τι να κρατήσεις απ’ τη βροχή;

Κι απ’ τη στιγμιαία ένταση του κεραυνού;

Κι η θύμηση αρκεί

Να περισώσει

Την έλλειψη απ την ένωση τη μοναδική

Όταν θα έχει μείνει μόνο

Σαν παλιά φωτογραφία, κιτρινισμένη;

Σε κείνους τους καιρούς

Που το ρεύμα δε θα διαπερνά το σώμα

Και μόνο η ανάμνηση θα γεμίζει

Το παρατημένο στρώμα,…

…………………………………………………




Γυναίκα




Γυναίκα που φοράς την ομορφιά

Που στον καθρέφτη σου πετάς τ’ αστείο προσωπείο

Γυναίκα που δέχεσαι τη φθορά

Που δέχεσαι τον έρωτα με αργυρά μαλλιά

Γυναίκα Που αρνείσαι την κτήση

Που διαιωνίζεις την ελευθερία με τα παράθυρα ανοιχτά

Γυναίκα Που υπηρετείς τη μητριαρχία

Που φεύγεις όταν πάψεις αγάπη να τρυγάς

Γυναίκα Που αρνείσαι τον αγοραίο καθημερινό οικογενειακό «διακανονισμό»

Που γίνεσαι ένα μέσα στο δυϊκό της συνύπαρξης

Γυναίκα που ερωτεύεσαι τις ρυτίδες σου και τις δικές μου

Που είσαι όμορφη μέσα κι έξω απ’ την αγκαλιά μου

Γυναίκα που μεγαλώνεις στο στήθος σου την άρνηση

Που φέρνεις στον κόσμο την υπέρβαση

Που κεντάς την ελευθερία

Που θηλάζεις την ισοτιμία

Που σιδερώνεις τις ανασφάλειες μας και μαγειρεύεις παραμύθια στα πεινασμένα αγρίμια σου

Γυναίκα που πεθαίνεις ερωτεύσιμη κι ερωτευμένη,…





«βάλε συ μια φωνή,…»




Πεθύμησα τον καιρό που δεν ήξερα

Τον καημό που φύλαγα βαθιά,

Να μην φαίνεται,…

Και κεντούσα τυφλός

Με την αφή των γραμμών

Και τη μουσική αποκρυπτογραφώντας των λυγμών,..

Τότε που σιωπηλός κοιτούσα

Κάθε γυάλινη βούλα να εισχωρεί

μπλε να γίνεται σιγά σιγά

ρουφώντας τη μελάνη των λέξεων

Να απλώνεται να κατακλύζει τα μικρά γράμματα

Να τα στρογγυλεύει

να τα παραπλανά

Και ,…

Οπωσδήποτε παράθυρο

Με θέα,…

Την άδεια προκυμαία

Και η μουσική μου ξέφυγε

Το γέλιο λιώνει στον πίνακα ζωγραφισμένο,

Τι να παλέψεις με νότες δανικές κι αγύριστες;

Και τι να δείς μ’ αυτά τα μαύρα κιάλια;

Αναποδογυρισμένα κάτοπτρα

_Τα πήραμε για μακριά_

Κι αυτά όλο και πιο βαθιά εντός

να εισέρχονται


Απρόσκλητα,…

Οπωσδήποτε παράθυρο

Γλυκά να αντιφεγγίζει η ουτοπία

Και να αναμειγνύεται με το νωθρό

Σακατεμένο είδωλο μας

...................................................


τεφροδόχος αύριο

και ταραγμένων ναυαγίων



Τοποθέτησε το ολοκαίνουργιο εργόμετρο

Στο κέντρο του τετράγωνου δωματίου

Ρύθμισε τη δυσκολία στο Maximum

Στους τέσσερις τοίχους κρέμασε γιγαντοοθόνες

Ακριβώς απέναντι ένα σκελετωμένο κύπελλο,

Παλιό βραβείο από μαθητικές επιδείξεις,

Στο στέρεο έβαλε Jianni

Με φλοίσβους κυμάτων και τραγούδια γλάρων

Άλειψε με λάδι τους μύες

Τους καρπούς τα γόνατα

Με τάλκ τις παλάμες

Κατέβασε δύο αμπούλες αμφεταμίνες

Κρέμασε το ομοίωμα χρυσού μεταλλίου στο λαιμό

Χαστούκισε δυνατά δύο φορές το πρόσωπο της, πάτησε το play

κι ανέβηκε, πέρασε τη θηλιά και στα δύο της πόδια, τα έσφιξε στο καρέλο μέχρι πόνου, η

αίθουσα πλημμύρισε ηλεκτρονική θάλασσα,

στις οθόνες έτρεχε το μονό σκιφ παράταιρα,…

στην αρχή μόνη της η βάρκα έσκιζε τα πήξελ


Τα χέρια της ακίνητα,…

Άρχισε με δυσκολία να ακολουθεί

Το ρυθμό που έδινε ο αόρατος πηδαλιούχος

Σιγά- σιγά συνήθισε και συντονίστηκε με τα σφυρίγματα και τις ιαχές,

στην ιδέα και μόνο ότι οι άλλοι ετοίμαζαν το χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν κι αυτή την έφοδο στο βάθρο,

πείσμωνε ακόμα περισσότερο,…


Οι γλάροι έκραζαν στα ηχεία

Λαίμαργα ρουφούσε από το παγούρι που είχε προσαρμόσει στο αριστερό μπράτσο της:

μαύρο δροσερό αίμα αλόγου


Ο ρυθμός ανέβαινε

Με αηδία σκεφτόταν τις προσβολές, τις αποτυχίες, τις αρνήσεις

Οι φλέβες στον κρόταφο παίρνουν φωτιά


Ο εγκέφαλος εκρήγνυται

Από την επίμονη προσπάθεια να συγκαλύψει τη θλίψη με άλγος και άοσμο πλαστικό ιδρώτα


Παρόλα αυτά συνέχιζε με καμάρι να κοιτάζει τις κόκκινες φωτεινές ενδείξεις στο καντράν

που γέμιζαν μέχρι τέρμα,…


Η ταχύτητα ολοένα και μεγαλύτερη,

ακίνητο το σκιφ

Οι παλμοί ολοένα και περισσότεροι 120,…150,…200, το κουφάρι άδειο παγωμένο

Ο δείκτης τα μίλια κατάπινε κι αυτή ακίνητη τα χάπια ,…

…………………………………………………………………………………………………………………

Σε λίγο έσβηνε κρεμασμένη στη στημένη βάρκα της γελοίας ουτοπίας

κι ούτε ένα καρφιτσωμένο μετάλλιο φιλί δεν πρόλαβε στο κόκκινο χείλι να γευτεί,…


Νεκρή, υπόδουλη στο κέντρο ενός ακίνητου τετράγωνου παγωμένου δωματίου ,…


Ήταν απόγευμα παραμονής Χριστουγέννων του 2020,….

……………………………………………………………………………………………….






Ήταν Φλεβάρης



μεταφυσικοί



Οι ερωτευμένοι με τη Ζωή

Κεντούν

Γραφτά Φωτιά

Ζουν

Ζωή Φωτιά

Πονούν

Κι έτσι γεύονται

Τη λαβωματιά


Έρωτας Λόγος

Έρωτας Πράξη

Έρωτας Ποιητής

Κόλαση για τους σεμνότυφους της ψυχής

Κι έτσι γίνονται Ποιητές χωρίς να το θέλουν

Χωρίς να το γνωρίζουν

Χωρίς να το διαλαλούν τρομπέτες,

συνέδρια και φαμφάρες

Χωρίς να το πιστοποιούν μητρώα και σαλόνια


Οι ερωτευμένοι με την κριτική

τον έρωτα μόνο στα χαρτιά κακό-ποιούν


…από γήρας θα πεθάνουν…κρίμα τόσο νέοι,


μηρυκάζοντας κρίση μεταφυσική

και κριτική των σκυμμένων κεφαλιών,

πιστοί στα άγια διαπιστευτήρια των επετηρίδων

και τρομαγμένοι μπροστά στο καινούργιο,…

απλωμένοι στην ευρυχωρία

του άπειρου κανονικού μοντέλου τους,

αδυνατούν με πίστη

και με μεταμέλεια να δούν πέρα

από τον υπέροχο τετραγωνισμένο κύκλο τους


βαρετοί κακόμοιροι και γερασμένοι


………………………………………

Ποιήτρια


άφησε τους

μακάριους στην παντογνωσία τους


Σκίσε τη μοναξιά και μοίρασε τη,

Αρνήσου το θρόνο της ματαιόδοξης έπαρσης τους

Την ειρωνεία της φτηνής ανυπαρξίας τους,…

Άνοιξε τον πόνο το μεγάλο και πότισε μας

Κρασί της ουτοπίας,

αντίδοτο στη λήθη και στην άθλια συναλλαγή

Κάτω από την ποδιά σου μάζεψε μας

Λύτρωση και παγίδα

πεινάμε Όνειρο και ζωή

ζητιανεύουμε

Να αγαπήσουμε θέλουμε αυτό που είμαστε,

το λίγο

Κι όχι αυτό που θέλουνε να γίνουμε


Μπόλιασε τις εμμονές σου

Με τις δικές μας χτυπημένες χίμαιρες

Την πονεμένη αλήθεια σου

με τα συσσωρευμένα δικά μας ψεύδη

Και ξύπνα μας τα ζωώδη ένστικτα

της αγάπης και της εκτίμησης του ανθρώπου

για αυτό που είναι

και όχι για αυτό που θα ήθελε να είναι,…


Κεράκια άσημα καιγόμαστε στον αέρα σου,…


Αλλιώς,… σβησμένα,…παγωμένα





άρρητοι



Τα άρρητα αισθήματα

Είναι όπως όλα τα άλλα,…

Απλά δεν περιγράφονται

Με το συνήθη τρόπο

Ούτε ψεύτικα κατασκευάζονται

Γεννιούνται,…

Περιμένουν,…

Εκδηλώνονται ακάλεστα,…


Κι όσες λοξές γραμμές

Κι όσες ευθείες

Η κανονικότητα

Κι αν σκαρφιστεί

Τα λόγια πάντα έκπτωτα

Θα ιδρώνουν,…

Καταδικάζοντας το χέρι

Και αθωώνοντας το στόμα


Η πράξη

αναλλοίωτος τανυστής και

Καταλύτης αισθημάτων

Θέτει στην κοινή μοίρα_ καταδίκη

Το χέρι και το στόμα,…


Έτσι κι αλλιώς το Μήλο είναι εύγευστο,…

Για όλους,…



πρόσωπο θαμπό,…


επιτάχυνα δέκα ολόκληρα χρόνια


σε επιταχυντή ανεξερεύνητων υποσχέσεων

δεκάδων χιλιομέτρων υποταγής

ασκούμενος σε αρνήσεις επιλόγων

σε κατάποση μικρών δόσεων γεροντικής άνοιας

ως ευεργετικής συνθηκολόγησης

σε σύμφωνα παρατεταμένης κι ανεξήγητης ήττας


κρυμμένος πίσω

από τις στυγνές αλλοιώσεις

των ασύμμετρων ενσωματώσεων

εκτεθειμένος

στις έλξεις των ατίθασων μαστών

και στις συντριβές

των απίθανων ευρυγώνιων

ταυτίσεων

με το κενό και τ’ άπειρο


το πρόσωπο

ευάλωτο στις αποφράξεις πόρων

και οδών

αναταράξεις εκτυπώνει σε ρυτίδες

γεωμετρικά

το έντοκο ομόλογο των άρρητων υπερβάσεων

διαρκώς πιστώνει

κι όταν σπάνια απογειώνεται

κεντά με την υπέργεια ευεργεσία

καράβια του βυθού με κόκκινα λαμπιόνια


το κορμί

περιοδικό όχημα, βαρύ

χωρίς βασική περίοδο

προδίδεται

από το αρπαγμένο άρωμα της άγριας νιότης,

συντεταγμένο στις σκουριασμένες ράγες

δίδεται σε αντιπαροχή

ισχνών διαλειμμάτων πτήσης με δανεικά φτερά

προδίδει έκδηλο δισταγμό

και με πληρωμένο τέλος

ταχυδρομείται

ενταύθα

σε άβουλο κι ανήμπορο

παραλήπτη,…





Εξάσκηση επιλόγων



Ένα μαύρο άστρο

Σβησμένο

Ένα ματαιωμένο όνειρο

Που το ξύπνησαν

πριν βρει το ασπρόμαυρο φως του

Κι ούτε γραφή

Ούτε μέθη

Φραγμένη αρτηρία

Εμβολή


Φιμωμένη

Κι ελεγχόμενη

Εκτόνωση


Θέλω να βρέξω το χαρτί με πίκρα

και βγαίνει μαύρη

Η σκουριά και θερίζει


Θέλω να ανασάνω και

Η μυρωδιά

Από το σαπισμένο αίμα

Μου φράζει την έξοδο


Δεν μπορώ να σταθώ ούτε στο παράθυρο

Δε βλέπω

Δεν ακούω

Μόνο αισθάνομαι

Νομίζω ότι ζω

Νουθετώ τη μικρή μου δίψα


Μη διψάς

Περίμενε όταν πεθάνεις

Δε θα έχεις ανάγκη το νερό

Τότε στη αιώνια σιωπή θα ζεις με ξηρασία

Μην πεινάς

Μην αναπνέεις

Τα σημάδια

Πέρασαν πάνω από το δόλωμα

_μα ποιος δεν το έχει δαγκώσει;_

Το σχοινί

Αποδυνάμωσαν

Και με

Εσωτερική παράβαση

Η αλήθεια

Στάθηκε γυμνή,…

Πίνοντας μέχρι σταγόνα

τη γεύση της αποτυχίας

δοκίμασε

μιας νέας αρχής

όνειρο

Στην άκρη

της επόμενης μέρας

Η νέα αρχή Είναι εκεί

Όμορφη μετά από κάθε επιβεβλημένο τέλος



Άνθηση



Η Άνθηση και η Ακύρωση

Είναι η κορύφωση κι η δύση,…

Μετά τελεία.

Κανείς δεν ευθύνεται

Για κάτι επιβεβλημένο



Η ευθύτητα

Συγκλονίζει με την απλότητα της

Αρκεί να έχουν εξασκηθεί οι ψυχές

Στην άδολη αφή της


Η αλήθεια δεν έχει ανάγκη από αποδείξεις

Υπάρχει

Αρκεί τα βλέμματα να έχουν εξασκηθεί στο φως της


Έτσι δεν υπάρχει προδοσία

Ούτε ανοχή

Ούτε συμβιβασμός

Υπάρχει μόνο η Ζωή,…



Κι ύστερα η Ανατολή

Ξανά


Και όλοι οι ένοχοι

Αθώοι

Και όλοι οι χρησμοί

Αληθινοί


Μάγισσες


Τις μάγισσες που πόθησα με μάγεψαν

Πέθαναν και μ’ άφησαν νέο

Τις Νεράιδες που κυνήγησα με υπέταξαν

Μέθυσαν και με ξέχασαν στο στήθος τους πάνω,

ακόμα να βυζαίνω


Τα Μαθηματικά που αρνήθηκα με έσωσαν

Με πέταξαν στα βαθιά και χάθηκαν μακριά


Τις Υπερβάσεις που έκτισα, με πρόδωσαν

Στο μαυσωλείο μέσα αραχνιάζουν

χαιρέκακα με χαιρετούν


Τα σύμβολα που αγάπησα πισώπλατα με κάρφωσαν

Ψωμί μου δίνουν

και τα σφουγγάρια μου εκλιπαρούν


Τώρα δεν περιμένω τίποτα

Ημερομετρώ


Και πληρώνω με ανοιχτή επιταγή

τη βρύση και

Κάθε μικρογραμμάριο αέρα που εισπνέω


Μένω εδώ

«τ’ ανέλπιστα πάντα να περιμένω

κάθε καινούργια Άνοιξη

κατάπληκτος να μένω,..»


............................................



Ρουμπλιώφ


«Δε θέλουν να κατεβούν

μεθούν και ζωγραφίζουν

σπίτι έχουν κάνει

τον ουράνιο θόλο»

…………………………………………………………


αφήστε με

δε θέλω να κατέβω

κρατήστε με εκεί ψηλά

όχι, δε θα μεθώ,

δεν είμαι άξιος να μεθώ

με το κρασί τ’ άγιο,…

αφήστε όμως

να μένω εκεί κρεμασμένος

στης σκαλωσιάς την ασταθή ισορροπία

μεθυσμένος απ’ την αύρα σας

να σας κουβαλώ

τα πινέλα σας

στα χρώματα σας να με ανακατεύετε

να πιτσιλίζομαι από των άστρων σας

την σκόνη και τη γύρη των λουλουδιών σας

να ρουφώ λίγο

από το μεθυστικό άρωμα

των χεριών σας

καθώς αγκαλιάζουν

τα άγια των αγίων πρόσωπα

να σας σκουπίζω το μέτωπο

καθώς οι πόροι σας

μύρο με έκσταση αναμειγνύουν

για το πορφυρό φωτοστέφανο


αφήστε με και

σας δίνω σταγόνα σταγόνα

ότι έμεινε,…

θα σας πληρώνω με χρόνια σιωπής

και σελίδες από το ρημαγμένο

ναυτικό μου φυλλάδιο,…

………………………………………………………




Εγώ αυτός ο άλλος



Εγώ αυτός ο άλλος

Που άλλα θέλω

Άλλα μπορώ

Κομμάτια μικρά αθροίζω

Αλλά παλιά, άλλα δικά

Και ξένα


Κι είναι λειψό

Προσέγγιση με έλλειψη

Κι αιμορραγώ,...



χαμογελαστός

δυό στιχάκια

γρατσούνισα

και σου τραγουδώ:


Σε χάσματα

Θέλω

Στριμώχνεται


Σε κεράσματα

μπορώ

τον ξεγελώ


και κλαίει


Σε ρημαγμένα

Αύριο

θολώνω τον Καιρό


κι αποκοιμιέται


ο άλλος


ο ξένος


ο δικός,…

……………………………………………………


το διάβαζα ακούγοντας «Πολίτικη Κουζίνα»

κι ήταν ο συνδυασμός τόσο ταιριαστός

με τα σπυριά από το κόκκινο ρόδι σου

με τα τραχιά πετράδια σου

με τις ρόδινες θηλές

καρφιτσωμένες στον ουράνιο θόλο,

να ακτινοβολούν βαθύ πορφυρό

για μας τους εραστές της απέριττης

μα τόσο ξεχωριστής γραφής σου

Καπετάνισσα


Καλή σου Μέρα

.................................................................................


πρεβάζι



Να βλέπουμε τριαντάφυλλα στο παράθυρο

Δικά μας ή ξένα

Να σκαρφαλώνουμε στα ψηλά όνειρα

Να αποθέσουμε δύο


Για την αγάπη μας ή

πάνω στο πρεβάζι της μοναξιάς


Να καιγόμαστε στο βάραθρο

της ξεχερσωμένης ύπαρξης μας

για μια άρνηση


ή μια σιωπή από διασκορπισμένα πέταλα

τριανταφυλλένιας υποταγής,…



Η εμπειρία του γκρεμού



Η εμπειρία του γκρεμού

Είναι νήμα που κρατάει τη ζωή

Και σπάει. πάντα


Η ταραχή των αδάμαστων αστεριών

Κλονίζει τις προσμονές

Αλλά διαρκεί ελάχιστα. υποκύπτει

Η τυφλή ευφορία

Μούσα και Μάγισσα

Χτίζει πάνω στην αναδόμηση

Σε ερείπια

στην κινούμενη άμμο

των επαναλαμβανόμενων αντιφάσεων


τα υλικά της ελπίδας είναι

τόσο ξεφτισμένα

σελίδες από ασκητικό ευαγγέλιο



Νέα Αρχή


Η άρνηση της προσμονής

Η ακύρωση της ελπίδας

Η ηρεμία της δημιουργίας

Η απόλαυση του νέου Δρόμου

..........................................




Ήταν Μάρτης




Ερωτευμένοι_ τσιτάτα για τον έρωτα χλευάζουν


Οι ερωτευμένοι με τη Ζωή
Κεντούν γραφτά Φωτιά
Ζουν Ζωή Φωτιά
Πονούν
Κι έτσι γεύονται
τη λαβωματιά


Έρωτας Λόγος
Έρωτας Πράξη
Έρωτας Ποιητής


Κόλαση για τους σεμνότυφους ψυχής
Κι έτσι γίνονται Ποιητές


χωρίς να το θέλουν
χωρίς να το γνωρίζουν
χωρίς να το διαλαλούν τρομπέτες, συνέδρια φαμφάρες
χωρίς να το πιστοποιούν μητρώα και σαλόνια


Οι ερωτευμένοι με την κριτική
τον έρωτα μόνο στα χαρτιά κακό-ποιούν


…από γήρας θα πεθάνουν…κρίμα τόσο νέοι,


μηρυκάζοντας κρίση μεταφυσική και κριτική των σκυμμένων κεφαλιών,
πιστοί στ’ άγια διαπιστευτήρια των επετηρίδων
τρομαγμένοι μπροστά στο καινούργιο,…
απλωμένοι στην ευρυχωρία του άπειρου κανονικού μοντέλου τους,


αδυνατούν με πίστη
και με μεταμέλεια

να δούν πέρα τον υπέροχο τετραγωνισμένο κύκλο τους


βαρετοί κακόμοιροι και γερασμένοι
………………………………………


Αφήστε τους
μακάριους στην παντογνωσία τους


Σκίστε τη μοναξιά και μοιράστε τη,


Ποιητές του Κόσμου

το θρόνο της ματαιόδοξης έπαρσης τους Αρνηθείτε
την ειρωνεία της φτηνής ανυπαρξίας τους Ξεπεράστε …
Ανοίξτε τον πόνο το μεγάλο και ποτίστε μας

Κρασί της ουτοπίας,

αντίδοτο στη λήθη και στην άθλια συναλλαγή
Κάτω από την ματωμένη ποδιά Σας μαζέψτε μας
Λύτρωση και Παγίδα πεινάμε
Όνειρο και Ζωή παλεύουμε
Να αγαπήσουμε θέλουμε αυτό που είμαστε,

το λίγο
Κι όχι αυτό που θέλουνε να γίνουμε


Μπολιάστε τις εμμονές Σας
Με τις δικές μας χτυπημένες χίμαιρες
Την πονεμένη αλήθεια Σας

με τα συσσωρευμένα δικά μας ψεύδη
ξυπνήστε μας τα ζωώδη ένστικτα

της αγάπης

της εκτίμησης του ανθρώπου

για αυτό που είναι

και όχι για αυτό που θα ήθελε να είναι,…

Κεράκια άσημα καιγόμαστε στον αέρα Σας ,…


......................................................................................


Στα μαύρα χαραγμένα κύματα,..




στ’ αυλάκια του δίσκου

πλέουν παροπλισμένα

καράβια χάρτινα μικρά

τσαλακωμένα

βουτούν στη χάραξη βαθιά

τρυπάει η βελόνα

γυρίζουν στις 33 στροφές

απ’ την αρχή χαμένα

στο ραντεβού με τη χαραγματιά

στο σταυροδρόμι με τη φωτιά

η τρελή αχτίδα φωτίζει

μαύρο στιλπνό μεράκι

καφές βαρύς διπλός

ξανθό καϊμάκι,…

διαβάζει ξεχνιέται

γράφει σβήνει αρνείται

χτενίζει πρόχειρα τα γκρίζα μακριά στιχάκια

περιμένει;


Πίνει καημό αρμενίζει

Δεν περιμένει

Χαμένος στην άρνηση και την παραδοχή

Στην πλατεία δεν υπάρχει γωνία να σταθεί


Τον περιμένει;

Ποιος ξέρει;

Στην άλλη στροφή χάσκει η χαρακιά βαθιά

Βυθίζεται

Στην άλλη πλευρά του δίσκου

Παραμονεύει ένα αντίο

Ένα αύριο

Ένα πάντα ακυρωμένο

Όλα τα αντίο τα αύριο τα πάντα

είναι χαρακωμένα

Και μακριά νυχτωμένα

Μέχρι να σπάσει η βελόνα

Ο ιμάντας να χαλαρώσει

Και το πλατό τρελό να στρέφεται

Σ’ άλλους παράταιρους ρυθμούς

Σ’ άλλες ταχύτητες διαφυγής

Σ’ άλλες βαρυτικές δυνάμεις σκαλωμένο


Κραταιές οι αλυσίδες

Δεν κόβονται

λιώνονται


Κι η Άνοιξη να μη χωρά

Στα Άσπρα

Χαρτιά μαλλιά

Δωμάτια κουτιά,…

……………………………………………..


Μόνο


Μόνο Αγάπη

Τα άλλα μάτια

Δε σε βλέπουν


Μόνο ευγνωμοσύνη

Τα άλλα χέρια

Σε δε αγγίζουν


Μόνο γνώση

Τα άλλα λόγια

Δε σε ξέρουν


Μόνο χαμηλά κοιτάζουν

Αυτοί που αγαπάς


Μόνο ψηλά πετούν

Αυτοί που αρπάζεσαι


Μόνο ξύπνιοι, με βαθιά επίγνωση

Αυτοί που δίνεσαι,…


Τυχεροί

Όσοι μπορούν να σε δουν,…

Άτυχοι όσοι δεν μπορούν να δουν


Οι άλλοι μακριά νυχτωμένοι

……………………………………………………


παράδοξο



Της κλεψύδρας το γυαλί

να σπάσει

Ο χρόνος λεύτερος να τρέξει

Στο λαβύρινθο των κόκκων

Σε αχρηστία το πέρασμα να ρίξει

Κι ας είναι το μελάνι

Να μην κάψει άλλη λέξη


Γιατί σαν το χρόνο μπερδέψεις

Και μέσα στη δυστοκία του χαθείς

Θα ζεις με δάχτυλα και μάτια

δικά σου

Με Αφή και ρίγος,

κόκκινο αληθινό

όχι πέτρινο υποκατάστατο

πάνω από σκιές κι αναμνήσεις

πάνω από ίχνη

κι άκαιρες διεκδικήσεις

...........................................


Νοσταλγία



(Για τον πίνακα του Ρενέ Μαγκριτ )


Αχνά η πόλη φαίνεται

Από τη μία όχθη

Κι όλο απαξίωση

Τα καλοχτενισμένα του μαλλιά

Μας χαιρετούν εμάς

την άγρια ζωή

μ’ ελάχιστη σκιά

Με διπλωμένα τα φτερά

Από έπαρση ή υπομονή;

Δεν είναι νύχτα ούτε μέρα

Όλα δανεικά

φως και κάδρο

Με περισυλλογή

Θα αφεθεί;

ή στην άγρια πραγματικότητα

ξανά θα υποταχτεί;

……………………………………………


Ματιά



Ο χειμώνας πίσω

και το χιόνι του

ήρθε δεν ήρθε

η Άνοιξη ανοίγει πέταλα

ξεκλειδώνει υπόγεια προσμονές

η υποκρισία διαστέλλεται

άχρηστη μέδουσα


Μεθυσμένοι Ζωντανοί

«Γελαστοί και γελασμένοι»

χωρίς φόβο

μόνο με πόνο

κι απόγνωση

εκείνη της λεύτερης

και καθαρής Ματιάς,…

………………………………………………..


λικεράκι



κέρασε από το πακέτο σου

φλέβα γεμάτη

βαρύ χαρμάνι σέρτικο να ποιώ

ραμπέσκΑ


να με ρωτούν πεισματικά τα χρόνια

το μπάρκο που δεν πήραμε. για πότε;

κι εκστατικά ν’ αφήνονται

και να τρελαίνονται στη μέθη του

ραμπέσκΑ


να με ξαπλώνουν

σ’ άσπρα σεντόνια

ευωδιαστά απ’ τα μαλλιά

ταξιδεμένα με το χαμόγελο σου

και να σιγοτραγουδώ

αυτό είναι το όνομα της

Άνοιξης ραμπέσκΑ

.....................................


Προσευχή



Είσαι Εσύ

Άγνωστη Μοναδική

Ξένη ιέρεια Μοναχική

Τρέμω να ψελλίσω


Δρόμος τα μάτια. Δεν έχω δει

Μαχαίρι τα χέρια. Δεν έχω πιαστεί

Αιχμάλωτος όρκος. Δεν έχω πει

Λοτός Αμαρτωλός. Δεν έχω γευτεί


Χέρια τρυπημένα

Βαθιές ουλές ρυτίδες

Ούτε ξένος Κομμένος.

Ανατολικός

Ούτε δικός Νότιος.

Ούριος,….

………………



χάπια


Είναι σαν κατάρα

Δένω τα όνειρα σφιχτά

με την ανοιχτή πληγή

της πραγματικότητας

να χάσκει

αιμορραγώντας

τα κάνω αληθινά

Κι αυτά τότε σβήνουν

παγώνουν,…


τ’ άλλα όνειρα της

Σιωπής

τα σκοτώνω

Με ριπές αλήθειας

στυγνά προμελετημένα

καθημερινά εγκλήματα


Έπειτα ήσυχα

κατεβάζω ένα ένα τα χάπια


Ένα για την αισιοδοξία

Ένα για τη λήθη

Ένα για τη συνήθεια


Χάπι για τα όνειρα όχι

Δεν έχει

………………………………….


Ζάχαρη



Το νερό τρέχει

περνά από πάνω και λιώνει

Ζάχαρη και κανέλλα


Άνθη μυγδαλιάς

διαλύει και σκορπά

Όρκους φτύνει

τα μυρωδικά όλα

απορροφά

τ’ αρώματα γδύνεται

Και το βάζει στα πόδια

Κρύβεται

Εκείνες τις νυχτερινές ώρες

Των 5:30


Μόνος


Καθώς η νύχτα τελειώνει μόνη της

τα βράδια δεν του ανήκουν


Ούτε ο χρόνος

Ούτε ο μύθος

Ούτε ο καημός

Ούτε ο θεός

Ούτε το λάθος


Δεν του ανήκει τίποτα

Μόνο η Σιωπή

Αυτή μοιράζει

Αυτήν κεντά

Αυτήν έλκει


Κι όσο για θαύματα θυσίες ή μαγικά βοτάνια

Ούτε ένα δεν του έμεινε


Τρύπιες τσέπες

χέρια Ανοιχτά


δεν του ανήκει

ούτε το υπόγειο

ούτε η φωνή

ούτε η ζεστή χροιά της

μόνο το αμίλητο

μόνο τα όνειρα που γεννάει

κι η λύπη

η πίκρα που τρυγάει


όλα είναι ξένα

αντικείμενο που το χρησιμοποιούν

αυτός γελάει

κάνει πως δεν καταλαβαίνει

χαίρεται για τη γωνιά που του έχει παραχωρηθεί

για την ακόμα μια ευκαιρία του έχει

εκχωρήσει η Σιωπή

να νανουρίζει λάθη

να επωάζει όνειρα

είναι δανεική κι αυτή


δεν μπορεί να ζήσει πλέον

κι ας ξέρει τον τρόπο

ας ξέρει ότι η αντίστροφη μέτρηση

έχει αρχίσει

ας ξέρει ότι

το σώμα

το αίμα

το όνειρο

τον έχουν προδώσει


........................


Αντικατοπτρισμός


άνοιξη

ξανθό μέλι

δεμένα με λέξεις

παγιδευμένα με εκρηκτικά όχι

με μη και πρέπει

συνταγογραφημένα

κι ούτε ένας στίχος να σκεπαστείς

ούτε ένας τοίχος να κρυφτείς

η γραφή εκδικείται

ούτε ένα ψέμα,…

η αμυγδαλιά

δεν περιμένει

γέμισε άσπρα χαμόγελα

φλερτάρει με τον άνεμο

παγίδα;

Ιστός;

Εαρινή τραγωδία

Συμφωνία;

……………………………………………………………..


εναλλαγή εικόνων



εναλλαγή εικόνων

είδωλα παραμορφωτικών βιτρινών

η καρδιά στο φόβο

χωρίς μαχαίρι

χωρίς ουρανό

ηχώ από εγκαταλελειμμένα χωριά

βουητό από φορτωμένο ποτάμι

λάμψη θαμπή

που κανείς δεν έχει αποδεχθεί,…


.......................................................................................................................



μπόλιασμα



έπιασε το μπόλιασμα -προς τέρψη όλων-


Χαρά και λύπη φυτεμένα
γυμνά κλαδιά στην παγωνιά
δυο χειμώνες σίγουρα θα πέρασαν
-μα η αλμύρα τα ταΐζε κρυφά-

Μαζί με την ανατολή που ήρθε
λαχανιασμένη κι αργοπορημένη
-με μια φτηνή δικαιολογία λουσμένη-
άνθισαν κι αυτά
δίδυμα αδέρφια

Δυό «μάτια»

κοντά στο δυνατό κλαρί

Χαρά και λύπη

Χαρακώνεις απαλά

Με το λεπίδι της μοναξιάς

τετράγωνο φλοιό

Σφιχτά δεμένα

Τώρα στην πρώιμη άνοιξη

Να πιάσει το μπόλι

Να γίνει μετάγγιση ζωής

Ευλογία γραφής

Ν’ ανθίσει η Χαρά

και να μυρίσει

................................................


ένα ματσάκι μυρωδάτο Ευχαριστώ,

στην πρώτη μεγάλη Κυριακή της Άνοιξης



τη λαβωματιά του χρόνου αψηφώ


Την Άνοιξη καλώ

Χαμογελώντας


πορεύομαι με τραγούδια

και χαρές,

μικρές χαρές


Εδώ στο ακριτικό χωριό

με κρύβει βαθιά στα χρώματα του

ο καιρός και ξαποσταίνει


η αύρα του Ιονίου νοτίζει

τα γκρίζα μου χαρτιά,…

σταλάζει ασήμι η υπομονή

απ’ τη σπηλιά του Πολύφημου

και πέτρα δένει στα φευγάτα όνειρα μου


Ηλιόλουστοι στίχοι σκεπάζουν την άρνηση

Αγαλλιάζει η οργισμένη μου ματιά

κι απάγκιο χαίρονται τα άγρια φτερά μου,…


Με το αίμα γράφονται τούτα τα στοιχειά

Κι ακροπατούν στα βότσαλα,

ματώνοντας γυμνά

κι οι στίχοι σου πνοή βαθιά

τα ωθούν, τα ξεσηκώνουν

Φευγάτα καράβια στ’ ανοιχτά,…





...........................................................................................................................................




Ήταν Απρίλης


Καλημέρα


Σε τι μετριέται η απόσταση;

Σε μέτρα; σε χιλιόμετρα;

Σε εκατοστά;

Σε νύχτες μόνες; σε μυστικά φιλιά,…


Η ένταση σε όνειρα ακουμπισμένα στο κομοδίνο

αφημένα Σε μάτια που ανάβουν μες’ στη νύχτα,…


Τις λέξεις μαζεύεις

Τρέμουν αντίστροφη φυγή

Θα ρίξουν αστροπελέκι;

Θα ξεθυμάνουν κλαίγοντας;

Θα διώξουν τη μοναξιά;


Ας φυσήξει

Γύρη και πρώτη ύλη ας χαθεί

Κι ας φέρει καταιγίδα

Άνοιξη να γεννηθεί


Καληνύχτα


Η απόσταση διαλύεται

στο ζεστό άκουσμα της φωνής

Αρνείται να υποχωρήσει

στις παγωμένες μέρες

που στέκονται γυμνές κι ορφανές

Χάνομαι στη διάρκεια της

Το ταξίδι γρήγορο και πικρό

Σφραγίζεται με την επιστροφή

Τ’ όνειρο της αμετάκλητης φυγής ματώνει

Τ’ αγέρι της στιγμιαίας συνάντησης ευεργετικά

τραγουδά την ένωση

κατακλύζει με αρώματα

και σβήνει γλυκά τις απουσίες χρόνων

τ’ άδεια παγωμένα σεντόνια

τ’ όνειρα που σε ξυπνούν

Ύστερα σκοτάδι

Μουσικές επιστροφές πίσω

πετάς πάνω απ’ τα χιλιόμετρα

γονατίζεις κάτω απ’ το βάρος

της παρατεταμένης απουσίας


.................................................................................................................................................................



Απρίλης


κοιμάσαι σε δηλητηριασμένα όνειρα

ξέσκεπη

ξυπνάς λουσμένη άγρια προσμονή

και δίψα

πίνεις αναψυκτικά σχέδια

με χτυπημένη ημερομηνία


φοβάσαι.

Σκεπάζεσαι με αυταπάτες

κρυώνεις

σεντόνια πορφυρά σε κανακεύουν

άψυχα. κολλαριστά. Άδεια.

κρυώνεις περισσότερο

μνήμες ανάκατες παγωμένες

λικνίζεσαι σε κομμένα σχοινιά

ανάμεσα σε αντί και υπό,


χρεώνεσαι

χρωστάς, πληρώνεις. δεν ξοφλάς

σε κόκκινη σκουριά κολυμπάς

βυθίζεσαι γυμνή.

Πιο Κόκκινη, δεν ξεχωρίζεις

τις αλυσίδες νταντεύεις. Χαίρεσαι

βαριές, μάταιες.

πασχίζεις να γυαλίσεις

μπακίρι πράσινο

τ’ ένα στρώμα διώχνεις

δέκα εμφανίζονται. Λερναία Ύδρα.

Τσιγγάνα μοίρα


Δίνεσαι. Δένεσαι

μεταμορφώνεσαι

αγριόγατα

τυφλό κουτάβι

περιστέρι

αράχνη

παγίδα όμορφη. έλκεσαι

ιστός ντύνεσαι, σε ιστό πέφτεις


ψέμα λάγνο κόκκινο στα χείλη

αλήθεια ωμή ανοιχτή μπροστά

μοιράζεις φωτιά τραγούδι παραμύθι

μοιράζεσαι οργή σίδερο πέταγμα


το βράδυ όμως

σβήνεις το φως

κατεβάζεις τα βλέφαρα

ανοίγεις διάπλατα παράθυρα

στήνεις στις πολεμίστρες καβαλέτο

ζωγραφίζεις το ταβάνι

άστρα γαλάζια κόκκινα μικρά μεγάλα

τα σβησμένα δεν τα κοιτάς

παγερά τα καταπίνεις_

χάπια καθυστερημένης Άνοιξης

τα διαχειρίζεσαι_ νομίζεις


το φεγγάρι δίκοπο αργυρό

σκίζει κατακόρυφα το χτες σου με το αύριο

δοκιμάζεις τη λάμα του

μύθος ξυράφι.

το σήμερα ανυπόταχτο αιωρείται


πονάς ματώνεις. δεν τα παρατάς

δένεις στα χέρια μεγάλο μπαλόνι

σηκώνεις άγκυρα

το ήλιο τεχνητά, φουσκώνει τα πανιά σου

σεργιανάς στον τετράγωνο ουρανό

πετάς καίγεσαι

πετάς μαζεύεις

πυρακτωμένα φτερά

το ευγενές αέριο τελειώνει. Δυσεύρετο

έτσι και αλλιώς άγγιγμα δευτερολέπτου δίνεις


βουτάς στη θάλασσα

βαθιά

την εξατμίζεις

οι υδρατμοί σου κατακλύζουν

τα όνειρα

ομίχλη ανοιξιάτικη

διαλύεται

αφήνοντας την απαραίτητη δροσιά

στα έτοιμα ν’ ανθίσουνε μπουμπούκια,…

…………………………………………………………………

ξέρω ότι δε γράφω εκεί που πρέπει

καθάρισα την οθόνη

είχε σκόνη και στίγματα

ξεραμένα ψέματα

καμένα λαμπιόνια

δεν έπρεπε να είμαι εδώ

κι είμαι παντού

πουθενά και παντού


άλλωστε δεν υπάρχω


ξεχασμένες ημερομηνίες

αποκαθιστώ

........................................................................................................................................................




Αναγκαία και όχι Ικανή Συνθήκη



Αόρατο άγγιγμα

Αόρατη Άνοιξη

Δε μύρισε ακόμα

Αιωρούμενη μόνο. ιδέα

Ανέστια ανθισμένα λουλούδια

Δίχως άρωμα, ακόμα

Σε ξένο κήπο

Αναίτια πλημμυρίζουν δάκρυα. αίματα

Δίχως σύμβολα βάφουν τον ουρανό

Βιολετί

Ανέραστα βράδια

Δίχως εικόνα

Σε ξένο σώμα σβήνουν

Γράμματα μικρά σε λευκή οθόνη

Μάτια άγνωστα

Μανδύα σου φορούν,

αρεστό και προβλέψιμο,…

Σπατάλη

Τρυγούν με όψιμο ζήλο

της μοναξιάς σου τα κόκκινα σταφύλια

Μύθοι ακίνητοι

Συνθλίβονται στη ματαιότητα

Της βολικής απόστασης

Σου δείχνουν δρόμο

ψέματα σου παίρνουν

Και μόνο σκόνη, θολή

Κίτρινη και μια υποψία

Ακρωτηριασμένης βεβαιότητας

Ανέστια να αιωρείται κι αυτή

Ξεψυχισμένη

Η μαθηματική καθαρότητα απαιτεί κι αποδεικνύει

Ότι το κενό σύνολο

ή το αδύνατο ενδεχόμενο

Έχει πιθανότητα μηδέν!

Όμως το αντίστροφο γενικά δεν ισχύει:

Κάθε τι με πιθανότητα μηδέν

Δεν είναι κατ’ ανάγκη κενό,…

……………………………………………………………………………

Οι σελίδες τρέχουν γοργά

Χαρίζουν μυστικές συναντήσεις

Και μοναδικές ασύμβατες τροχιές,…

Αλλά,… είναι κινούμενη άμμος

Σε πνίγουν

Σε εξοντώνουν

Οι σελίδες καθρέφτης

Και θάλασσα βαθιά

Σε απογυμνώνουν

Και δεν υπάρχει

αλλαγή μεταβλητής,…

να ελιχτείς


το αόριστο ολοκλήρωμα της Ζωής

Δεν υπολογίζεται με τις σελίδες,…

.................................................


Δάκρυ



Πέφτει το δάκρυ

Γεμάτο άρωμα

γύρη χρυσή



Στα μάτια σου

τσιγγάνικα βιολιά χορεύουν

ρίζες βγάζουν

οι πέτρες μου στο χώμα

τις αγαπώ που με εκπαιδεύουν

ριπές γαζώνουν

το κορμί στο δράμα

τις συμπονώ που με αντέχουν



Αύριο

Ανάσα βαθιά πάρε με



Πρωινό Άστρο να σε βρω

Στον ουρανό



Να φτάσει φέγγος

στον άπατο βυθό

Της θάλασσας

Της θάλασσας

που μ’ έκανες να αγαπώ


14 ΑΠΡΙΛΗ 2009

.............................................



Εξομολόγηση


Γεμάτος λάθη

Βουτώ στα βαθιά

Θέλω και μπορώ

με παρασέρνουν


Την Άγρια Ζωή θέλω της Νύχτας

Κι όχι την αθώωση

Την Αμαρτία της, Δική μου

Κι όχι τη συγχώρεση


Στις γωνιές να ματώνω

Στις ευθείες να αφήνομαι

Τις καμπύλες να ολοκληρώνω

Τις ασύμβατες τροχιές

να ονειρεύομαι


Με λάθη ψυχής

και γνώση πίκρας να πορεύομαι,…


στης Άνοιξης

τη μετωπική Ανάσταση βουτώ


14 Απρίλη 2009

...............................................



Μεγάλη Πέμπτη


Απόψε θα φέρω το σφυρί

Αναρχικό στεφάνι

Ακάνθινο σενάριο

Και το δρεπάνι

Να θερίσω τους ίσκιους

Ξανθούς κι αιώνιους

Να θυμιατίσω των χωρισμών

Την ωραία κατάνυξη

Των τυχαίων προορισμών

τη μάταιη χάραξη

Αύριο

Το ξύλο θα φορέσω κατάσαρκα

Απ’ τους σταυρούς

Που κλαίγοντας πίστεψες

Από τους θνητούς χιτώνες

που θέλοντας αρνήθηκες


Αύριο

Χολή θα ποιώ που κέρασαν

και μύρο θα τρυγήσω

Απ’ τα κρυμμένα στο χώμα

που ξεδίψασαν φιλιά


Ξημερώνοντας

Τη νύχτα θα σου πάρω απ’ τα μάτια

Να κλειστώ μαζί της

μέσα σε βράχο ακλόνητο


Όχι συγχώρεση

ούτε τιμωρία


μη χάσω στιγμή

μη χαρίσω στο φως

ούτε λίγο απ’ το γαλάζιο

της προσμονής

για τα ανείπωτα χαμένα


Ανάσταση τότε

Ανήμερη θύελλα θα κρατώ

Και κρασί κόκκινο

καημό και κεραυνό



Μέσα στο Άγιο Εκμαγείο του θα αναληφθώ

…………………………………………………………………………….


καταμετρήσεις


Πόσα χρόνια νύχτας

Σβησμένα στον τοίχο

Με κατακόρυφες σκιές,…


Συντονισμοί άκαιροι

Γέφυρες ρημαγμένες


Φορτίσεις επιβεβλημένες

Λαμπτήρες πυρακτωμένης αναμονής


Κι η Άνοιξη δυό βήματα πιο πέρα

μόνη της βαδίζει

Δροσερή μέσα στην ανεμελιά της

Ανυπεράσπιστη μέσα στην αγωνία της

Φορά τ’ αμάνικο μπορεί κι από συνήθεια

Και αδέξια σε καλεί,…

.........................................................................................................................................




INSIDE….


Το κύμα έφτασε ως εδώ….

Το βαθύ κόκκινο_ το βιολοντσέλο

Το μαύρο _ το πιάνο

Η μουσική σου

Λόγια που ανάβουν

Σπινθήρες

Ανοιξιάτικης ανάφλεξης

............................................


Ευχές


οι μέρες που ονομάζουν άγιες

θα περάσουν,…

αμαρτωλός κι αρνητής

δεν περιμένω

δεν ελπίζω


εύχομαι όμως

Άρνηση των «πρέπει»

Ανάσταση των «μη»

Ανάταση των «θέλω»

Θρίαμβο των «μπορώ»

........................................


Όνειρο απείθειας


Ακατέργαστο πηλό

Τα δάχτυλα άτεχνα άγγιζαν,…

Ξύπνησα μόνος

Χωρίς κανένα ίχνος

Επιβεβλημένου καθήκοντος


Σ' ένα άδειο δωμάτιο

Φωτεινό

Λουσμένο στο άρωμα ανθισμένης νεραντζιάς

Σε χρόνο παραδομένο

Στην τύχη άγνωστου αλγόριθμου


Φυγή

Μια σταγόνα βροχής

Που εξατμίστηκε

Στην άδολη θέρμη

Απρόβλεπτου γυμνού πρωινού


ελευθερία


Πως είναι η μέρα

Όταν ανατέλλει ακόρεστη;


Πως είναι η ώρα

Όταν τρέχει αχόρταγη;


Πως είναι η μαγεία

Όταν έρθει απρόσκλητη;


Πως είναι η απείθεια

Όταν δαγκώσει άπληστα;


Στις αγγελίες απολεσθέντων θαυμάτων

Μη με ψάχνεις,…

………………………………………………


Πλημμυρισμένος από τις μουσικές Σας


Γράφω και παραπατώ

«Για τη συνήθεια του έρωτα»

φορώ

εκείνο του πόθου, χαμόγελο,

στο κάτω χείλος κρεμασμένο


ντύνομαι την ξυραφιά

βαθιά κι ανοιχτή

να ματώνει,…

καθώς η στιγμή ξανθιά,

το πουκάμισο βιαστικά

κουμπώνει

…………………………………….


από τις υπέροχες

φευγαλέες συζητήσεις μας

για τα άλυτα

και τα δεμένα μας


απ’ τις διακριτές

μετρήσιμες

μα άπειρες Στιγμές μας

κοινές

παράλληλες

κομμένες βίαια από ένα

Αστραπιαίο βλέμμα

που καταδέχεται ο

Άγιος Καιρός

για μας

..............................................................


Ακρωτηριασμός


«Τα πικρά μου λόγια»

Άμμος στα χέρια

Χάνονται

πετούν με τον αέρα

πεισματικά αρνούνται

να παίξουν

σε παράσταση στημένη


τις χαρές

δεν τις κακίζω

ούτε τις ορίζω

ίσως, να μην τις αναγνωρίζω


τις νάρκες, όμως με θέρμη ακολουθώ

με πίστη αφήνομαι, στα πάθη τους

τυφλός

κι ηθελημένα μικρές εκρήξεις

προκαλώ

εξασκώντας την τέχνη του

Ακρωτηριασμού


Δεν ξέρω η πυξίδα

τι θα δείξει


η αλήθεια της τρομάζει

έτσι καθαρή και όμορφη

τα λάθη μου φωνάζει

έκθετο μ’ αφήνει


Αλλά για όσο ακόμα τα όνειρα παίρνουν φωτιά


Θα συνεχίσω,…